Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

Η Αμερική στη γλώσσα της μνήμης, της Τζιοκόντα Μπέλι

Ένα ποίημα της Τζιοκόντα Μπέλι με αφορμή την περιβόητη "Ημέρα του Κολόμβου". 
(Μετάφρ.: Nathalie)



I
Έχω ακούσει τη γλώσσα των προγόνων μου σε όνειρα.
Έχω δει τις φιγούρες τους σε δωμάτια μπερδεμένα,
που μπορώ να ονοματίσω μόνο με την ξένη λαλιά
εκείνων που για πάντα τους περιόρισαν
στην περιοχή των σκιών.
Δεν καταλαβαίνω τις λέξεις τους, 
αλλά στα όνειρα εκτείνονται σαν φοίνικες,
λάμπουν όπως τα φτερά του Κετσάλ*.
Πώς θα ήταν οι αγορές στο Τενοτστιτλάν,
οι αναγγελίες των πωλητών λοφίων παπαγάλου,
η φωνή της γυναίκας που προσφέρει κεκίσκες** ή γιούκα,
η βαριά φωνή του πωλητή πατατών;
Με τι λέξεις να αντηχούν το ποτάμι ή η νεροποντή,
θα δηλώνονταν η αγάπη, ο ήρωας του παιχνιδιού της μπάλας***
και η γλυκιά κοπέλα με καλάθια από χιπιχάπα****;
Οι λέξεις των λαών μοιάζουν στα βουνά τους
στις λίμνες τους,
μοιάζουν στα δέντρα τους, στα ζώα τους.
Πώς θα ήταν η γλώσσα που θα μιλούσε για τις ερυθρίνες
και τους ιαγουάρους,
για το πυρακτωμένο φεγγάρι του ισημερινού,
για τα όρθια ηφαίστεια;
Έχω ακούσει τη γλώσσα των προγόνων μου
σε όνειρα,
σε δωμάτια μπερδεμένα που μπορώ να περιγράψω μόνο
με τη γλώσσα του πλιάτσικου.

II
Κρύψαμε τους Θεούς μας,
τους μύθους μας,
κάτω από τα πορφυρά ιμάτια των αγίων σας.
Ξαναδημιουργήσαμε τη γλώσσα σας.
Την ξανακάναμε δική μας,
την κάναμε να λέει την καταρρακτώδη βροχή,
και το γλυκό χουχούτισμα του φλάουτου των Άνδεων,
το ύψος των Άνδεων,
και την αδιαπέραστη ζούγκλα του Αμαζονίου.
Αλλάξαμε τα ονόματά μας για να επιβιώσουμε,
αλλά τον κόσμο τον ονομάζουμε
με κώδικες και κώδικες που ακόμη και τώρα δεν έχουν αποκρυπτογραφηθεί.
Θέλανε να μας αλλάξουνε το δέρμα,
αλλά αλείψαμε με κακάο τα γονίδιά τους
για να δημιουργήσουμε την ανοιχτή σοκολάτα
και την καμμένη σοκολάτα:
άντρες και γυναίκες από σοκολάτα
να κατοικούν ξανά την Ήπειρο
της Βροντής και της Απόγνωσης
Ξαναφτιάξαμε τις εκπληκτικές πόλεις μας
Μεξικό, Μπουένος Άιρες, Λίμα, Ρίο
και φυλάξαμε στο πιο βαθύ από τα πιθάρια μας
τη σοφία της υποταγμένης μνήμης μας.

III
Δεν θριαμβεύσαμε.
Ήμασταν αθώοι και μιλούσαμε στη Γη με σεβασμό,
σαν επισκέπτες, όχι σαν Κύριοι.
Θυσιάζαμε τη Ζωή στον Ήλιο
εκείνοι, αντίθετα, την προσέφεραν στο χρυσό,
που δεν κάνει κάτι παραπάνω από το να τον μιμείται.
Η Γη είναι ο συνεργός μας.
Την τιμούσαμε, τη γιορτάζαμε.
Εκείνοι δεν αγαπούσαν τη Γη,
την ξεγύμνωναν λες και τους ανήκε,
ακριβώς όπως μας ξεγύμνωσαν εμάς
λες κι επίσης τους ανήκαμε.
Μας υποχρέωσαν να χρησιμοποιήσουμε τις λέξεις τους
να ντυθούμε με τα ρούχα τους
Μας υποχρέωσαν να λατρεύουμε το Θεό
που εκείνοι οι ίδιοι είχαν σταυρώσει
Ούτε καν από τη ντροπή που ένιωθαν για το θάνατό του μας απάλλαξαν
λέγοντάς μας πως είχε πεθάνει για εμάς επίσης
και πως έπρεπε να πληρώσουμε με τις ζωές μας
την αμαρτία του να μην το γνωρίζουμε.

IV
Έχω ακούσει τη γλώσσα των προγόνων μου
σε όνειρα.
Σε όνειρα έχω ακούσει τις κραυγές τους.
Το τρίξιμο των γεννητικών οργάνων τους,
τον πόνο των μιγάδων γεννήσεων,
των παιδιών των βιασμών.
Πια δεν μπορούσαμε να ονομάζουμε τα παιδιά
με ονόματα λουλουδιών, κάκτων, δέντρων
αστερισμών.
Μάθαμε να μετράμε το χρόνο με τα μέτρα τους
και να αποκαλούμε τις μέρες με τα παράξενα ονόματά τους.

V.
Ποιοι είμαστε;
Ποιοι είναι αυτοί οι άντρες, αυτές οι γυναίκες χωρίς γλώσσα,
διασυρμένοι για το χρώμα τους,
για τα δέρματά τους, τα φτερά τους και τα στολίδια τους;
Για να μη διαβάζαμε τίποτα πέρα από τους κώδικές τους,
έκαψαν τους δικούς μας σε ψηλές, εμπρηστικές πυρές.
Την ιστορία μας, την ποίησή μας, τα χρονικά των λαών μας
μας γέμισαν με καπνό τις γαβάθες των ματιών,
μας γέμισαν με δάκρυα τα σωθικά.
Έκαψαν τα αμάτε***** τα προσεκτικά από τους γραφείς βαμμένα.
Έκαψαν τις ιστορίες που μας έκαναν να είμαστε αυτό που ήμασταν.
Πώς ούρλιαζαν οι γέροι στις πλατείες,
βλέποντας να καίγονται τα ονόματα των πατέρων τους στη φωτιά!
Αχ! νύχτα μακριά, νύχτα θλιβερή των στάχτεων!
Νύχτα στην οποία μένουμε δίχως χέρια,
δίχως γλώσσα, αμνήμονες!

VI
H Γη μας έσωσε, το αίμα, το χρώμα των φρούτων,
η ζάλη του ανέμου στα φαράγγια του Μάτσου Πίτσου.
Ιδιοποιήθηκαν των πάντων αλλά η Γη συνέχιζε να μας τραγουδάει,
οι Καταρράκτες του Ιγουαζού, η Τιτικάκα, ο Ορινόκο, η Πάμπα,
Ατιτλάν, Μομοτόμπο, Τικάλ, Κοπάν.
Η Γη γνώριζε το άγγιγμα των χεριών μας:
Τα ηφαίστεια μας μιλούσαν` τα ποτάμια μάς έπλεναν τα δάκρυα,
η ζούγκλα μας έκρυβε.
Σε αυτούς τελείωνε η νοσταλγία.
Ο χρυσός τους χρέωνε την τιμή του. Σκοτώνονταν μεταξύ τους.
Βυθίζονταν τα πλοία τους. Τα παιδιά τους τούς αγνοούσαν.
Στις κοιλιές των γυναικών μας εξαφανίζονταν.
Τα γονίδιά τους έβρασαν στο κακάο
και δεν αναγνωρίστηκαν στους απογόνους τους.

VII
Έχω ακούσει τη γλώσσα των προγόνων μου
σε όνειρα.
Σε όνειρα έχω ακούσει τα γέλια τους.
Υπομονετική η υπομονή,
η αντίσταση.
Αιώνες σιωπής, αναμονής.
Ο ρευστός χρόνος να κάνει σπιράλ,
να ανεβαίνει μέχρι τις ερήμους της Παταγονίας,
να διασχίζει τις Άνδεις, τις οροσειρές, τον υγρό τροπικό,
τα βοσκοτόπια των βουβαλιών.
Ο άνθρωπος των μεγάλων πόλεων καταστρέφει τον κόσμο του.
Η πείνα, η βία σκάβουν τούνελ κάτω από τα πόδια τους,
υπονομεύουν τα θεμέλια των ξένων ειδώλων.

Τα μάτια της Αμερικής αναμένουν την επιστροφή του Κετσαλκόατλ******
- του φτερωτού φιδιού -
Έχω ακούσει τη γλώσσα των προγόνων μου
σε όνειρα.
Όνειρα που ποτέ δεν κοιμούνται.

*κετσάλ: ομάδα πολύχρωμων πουλιών που ζουν στα τροπικά δάση της Κεντρικής Αμερικής
**κεκίσκες: είδος βολβού που ανήκει στην οικογένεια φυτών "ξανθόσωμα"
***παιχνίδι της μπάλας: παιχνίδι των Μάγιας
****χιπιχάπα: είδος φοίνικα, από τα φύλλα του οποίου γίνονται τα καπέλα Παναμά
*****αμάτε: είδος φυτικού χαρτιού που χρησιμοποιείται στο Μεξικό πριν από την κατάκτησή του 
******Κετσαλκόατλ: κυρίαρχη θεότητα της Κεντρικής Αμερικής


Escándalo de miel, 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου