Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

Η Γαλλίδα, του Ρομπέρτο Μπολάνιο

(Μετάφρ.: Nathalie)





Μια έξυπνη γυναίκα.
Μια όμορφη γυναίκα.
Γνώριζε όλες τις παραλλαγές, όλες τις πιθανότητες.
Αναγνώστρια των αφορισμών του Ντυσάν και των διηγημάτων του Ντεφόε.
Γενικά είχε έναν αυτοέλεγχο αξιοζήλευτο,
Εκτός από όταν θλιβόταν κι από όταν μεθούσε,
Κάτι που μπορούσε να διαρκέσει δύο ή τρεις μέρες,
Μία ακολουθία μπορντώ και βάλιουμ
Που σου σήκωνε την τρίχα.
Οπότε και συνήθιζε να σου διηγείται τις ιστορίες που τις συνέβησαν
Ανάμεσα στα 15 και στα 18.
Μια ταινία σεξ και τρόμου,
Γυμνά κορμιά και μαγαζιά στα όρια του νόμου,
Μια επαγγελματίας ηθοποιός και ταυτόχρονα μια κοπέλα με παράξενα χαρακτηριστικά πλεονεξίας.
Την γνώρισα μόλις έκλεινε τα 25,
Σε μια εποχή ήρεμη.
Υποθέτω πως φοβόταν τα γηρατειά και το θάνατο.
Τα γηρατειά για εκείνη ήταν στα τριάντα,
Ο Τριακονταετής Πόλεμος,
Τα τριάντα χρόνια του Χριστού όταν άρχισε να κηρύττει.
Μια ηλικία σαν οποιαδήποτε άλλη, της έλεγα εγώ ενώ δειπνούσαμε
Στο φως των κεριών
Ατενίζοντας τη ροή του πιο λογοτεχνικού ποταμού του πλανήτη.
Αλλά για εμάς η δύναμη ήταν αλλού,
Στις πλευρές τις κυριευμένες από τη βραδύτητα, στις κινήσεις
Εξαιρετικά αργές
Της νευρικής αταξίας,
Στα σκοτεινά κρεβάτια,
Στη γεωμετρική πρόοδο των άδειων βιτρινών
Και στην τρύπα της πραγματικότητας,
Το δικό μας απόλυτο,
Ο δικός μας Βολταίρος
Η δική μας φιλοσοφία της κρεβατοκάμαρας και του μπουντουάρ.
Όπως έλεγα, μια έξυπνη κοπέλα,
Με τούτη τη διορατική αρετή
(Σπάνια για εμάς, τους λατινοαμερικάνους)
Που είναι τόσο κοινή στην πατρίδα της,
Όπου μέχρι και οι δολοφόνοι έχουν ένα βιβλιάριο αποταμίευσης
κι εκείνη δε θα είχε τίποτα λιγότερο,
Ένα βιβλιάριο αποταμίευσης και μια φωτογραφία του Τριστάν Καμπράλ,
Η νοσταλγία του μη βιωμένου,
Ενώ εκείνος ο επιφανής ποταμός έσερνε έναν ετοιμοθάνατο ήλιο 
Και πάνω στα μάγουλά της στριμώχνονταν δάκρυα, προφανώς δωρεάν
Δεν θέλω να πεθάνω, ψιθύριζε ενώ έχυνε
Στο οξυδερκές σκοτάδι του δωματίου,
Κι εγώ δεν ήξερα τι να πω,
Αλήθεια δεν ήξερα τι να πω,
Εκτός από το να τη χαϊδεύω και να την κρατώ ενώ κουνιόταν
Πάνω και κάτω όπως η ζωή,
Πάνω και κάτω όπως οι ποιήτριες της Γαλλίας
Αθώες και τιμωρημένες,
Μέχρι που επέστρεφε στον πλανήτη Γη
Κι από τα χείλη της φύτρωναν
Περάσματα από την εφηβεία της που αιφνίδια γέμιζαν το δωμάτιό μας
Με αντίγραφα που έκλαιγαν στις κυλιόμενες σκάλες του μετρό,
Με αντίγραφα που έκαναν έρωτα με δύο τύπους κάθε φορά
Ενώ έξω έπεφτε η βροχή
Πάνω στις τσάντες των σκουπιδιών και πάνω στα εγκαταλελειμμένα πιστόλια
Στις τσάντες των σκουπιδιών,
Η βροχή που όλα τα ξεπλένει
Εκτός από τη μνήμη και τη λογική
Φορέματα, δερμάτινα σακάκια, ιταλικές μπότες, εσώρουχα για να τρελαίνεται κανείς,
Για να την τρελαίνουν,
Εμφανίζονταν κι εξαφανίζονταν στο φωσφορίζον και παλμικό δωμάτιό μας,
Και γρήγορες γραμμές από άλλες περιπέτειες λιγότερο οικείες
Ακτινοβολούσαν στα πληγωμένα μάτια της σαν πυγολαμπίδες.
Μια αγάπη που δε θα διαρκούσε πολύ
Αλλά που στην επίγευση θα αποδεικνυόταν αξέχαστη
Είπε τούτο,
Καθισμένη δίπλα στο παράθυρο
Το πρόσωπό της εκτοξευμένο στο χρόνο,
Τα χείλη της: χείλη ενός αγάλματος.
Μια αξέχαστη αγάπη
Κάτω από τη βροχή,
Κάτω από τούτον τον κατακλυσμένο με κεραίες ουρανό όπου συνυπήρχαν
Οι ξυλεπενδύσεις του 17ου αιώνα.
Με τα περιττώματα των περιστεριών του 20ού αιώνα
Και στη μέση
Όλη η ακατάσχετη ικανότητα του να προκαλέσεις πόνο,
Ανίκητη μέσα στα χρόνια,
Ανίκητη μέσα στις Αξέχαστες αγάπες.
Τούτο είπε, ναι.
Μια αξέχαστη αγάπη.
Και σύντομη,
Σαν έναν τυφώνα;
Όχι, μια αγάπη σύντομη όπως ο ψίθυρος ενός κεφαλιού στη γκιλοτίνα,
Το κεφάλι ενός βασιλιά ή ενός Βρετανού κόμη
Σύντομη όπως η ομορφιά,
Η απόλυτη ομορφιά,
Αυτή που περιέχει όλο το μεγαλείο και την αθλιότητα του κόσμου
Και που είναι ορατή μόνο σε εκείνους που αγαπούν.

Los perros románticos, 1993

Πηγή

1 σχόλιο:

  1. Σ´ευχαριστώ για αυτό το πολύ όμορφο
    ποίημα Nathalie, το λάτρεψα. Καλή συνέχεια στις μεταφράσεις σου. Ωραίο όνομα ιστοσελίδας. μιχάλης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή