(Μετάφρ.: Nathalie)
Αρχίζω δηλώνοντας πως νομίζω, ότι για να περιπλανηθεί κανείς, απαιτούνται εξαιρετικές συνθήκες ονειροπόλου. Το είπε ήδη ο λαμπρός Μασεδόνιο Φερνάντες: "Δεν είναι από αγρύπνια όλα τα μάτια ανοιχτά".
Το λέω αυτό, γιατί υπάρχουν περιπλανώμενοι και περιπλανώμενοι. Να συνεννοηθούμε. Ανάμεσα στον "τριγυρίστρα" με τις ξεχαρβαλωμένες μπότες, τα μπιχλιάρικα μαλλιά και ουσία με περισσότερο λίπος και από όχημα σφαγείου, και τον καλοντυμένο περιπλανώμενο, τον ονειροπόλο και τον σκεπτικιστή, υπάρχει περισσότερη απόσταση απ' ότι ανάμεσα στη Σελήνη και τη Γη. Εκτός και αν αυτός ο περιπλανώμενος ονομάζεται Μαξίμ Γκόρκι ή Τζακ Λόντον ή Ρισπέν.
Πάνω απ' όλα, προκειμένου να περιφέρεται κανείς, πρέπει να είναι απαλλαγμένος εξολοκλήρου από προκαταλήψεις κι έπειτα να είναι μια στάλα σκεπτικιστής, σκεπτικιστής όπως τούτα τα σκυλιά που έχουν το βλέμμα πείνας και που, όταν τα καλούν, κουνούν την ουρά, αλλά αντί να πλησιάζουν, απομακρύνονται, βάζοντας ανάμεσα στο κορμί τους και στην ανθρωπότητα μια αξιοσέβαστη απόσταση.
Είναι προφανές πως η πόλη μας δεν είναι από τις καταλληλότερες για το συναισθηματικό χασομέρι, αλλά τι να κάνουμε!
Για έναν τυφλό, απ' αυτούς τους τρελούς που έχουν άσκοπα τ' αυτιά και τα μάτια τους ορθάνοιχτα, δεν υπάρχει τίποτα για να δει κανείς στο Μπουένος Άιρες, αλλά, αντιθέτως, πόσο μεγάλοι, πόσο γεμάτοι νεωτερισμούς είναι οι δρόμοι της πόλης για έναν ειρωνικό και λίγο ξύπνιο ονειροπόλο! Πόσα κρυμμένα δράματα στις δυσοίωνες πολυκατοικίες! Πόσες σκληρές ιστορίες στις όψεις ορισμένων γυναικών που περνούν! Πόση κατεργαριά σ' άλλα πρόσωπα! Γιατί υπάρχουν όψεις που είναι σαν το χάρτη της ανθρώπινης κόλασης. Μάτια που μοιάζουν πηγάδια. Ματιές που σε κάνουν να σκεφτείς τις βροχές της βιβλικής φωτιάς. Ανόητοι που είναι ποίημα ηλιθιότητας. Ρεμάλια που θα άξιζαν ένα άγαλμα για λαμόγια. Ληστές που διαλογίζονται τη στρεψοδικία τους πίσω από το θολό γυαλί, πάντα θολό, γαλακτοκομείου. Το ζωντόβολο δεν βλέπει τίποτα κι ο αλήτης αγαλλιάζει.
Ο προφήτης, μπρος σε τούτο το θέαμα, αγανακτά. Ο κοινωνιολόγος κατασκευάζει δυσκολοχώνευτες θεωρίες. Να συνεννοηθούμε. Αγαλλιάζει μπρος στην ποικιλία από ανθρώπινους τύπους. Πάνω σε κάθε έναν τους, μπορεί να κατασκευαστεί ένας κόσμος. Αυτοί που φέρουν γραπτά στο μέτωπο αυτό που σκέφτονται, όπως και εκείνοι που είναι πιο κλειστοί και από κυβόλιθους, επιδεικνύουν το μικρό τους μυστικό... το μυστικό που τους κινεί σαν μαριονέτες διαμέσου της ζωής .
Μερικές φορές, το αναπάντεχο είναι ένας άντρας που σκέφτεται να σκοτωθεί και που προσφέρει, όσο πιο ευγενικά μπορεί, την αυτοκτονία του, ως ένα αξιοθαύμαστο θέαμα και στο οποίο, η τιμή της εισόδου είναι ο τρόμος και ο συμβιβασμός στο τοπικό αστυνομικό τμήμα. Άλλες φορές το αναπάντεχο είναι μια κυρία να δίνει χαστούκια με τη γειτόνισσά της, ενώ μια χορωδία από παλιόπαιδα καίγεται απ' τις φούστες των Ερινυών κι ο τσαγκάρης στη μέση του τετραγώνου σπρώχνει το κεφάλι του στην πόρτα του χαμόσπιτού του για να μη χάσει την πινακίδα του.
Οι έκτακτες συναντήσεις του δρόμου. Τα πράγματα που βλέπονται. Οι λέξεις που ακούγονται. Οι τραγωδίες που γίνονται γνωστές. Και ξαφνικά, ο δρόμος, ο λείος δρόμος, που έμοιαζε προορισμένος να είναι μια αρτηρία κίνησης με πεζοδρόμια για τους άντρες και πλακόστρωτο για τα ζώα και τα οχήματα, μετατρέπεται σε μια βιτρίνα, ή καλύτερα, σ' ένα γκροτέσκο και φρικιαστικό σκηνικό, όπως στα χαρτόνια του Γκόγια, οι δαιμονισμένοι, οι κρεμασμένοι, οι μαγεμένοι, οι τρελαμένοι, χορεύουν την κολασμένη τους σαραμπάντα.
Γιατί, στην πραγματικότητα, τι ήταν ο Γκόγια αν όχι ένας ζωγράφος των δρόμων της Ισπανίας; Ο Γκόγια, ως ζωγράφος τριών κοιλιόδουλων αριστοκρατών, δεν ενδιαφέρει. Αλλά ο Γκόγια, ως εμψυχωτής του καθάρματος του Μονκλόα, των μαγισσών του όρους Ντιβιέσο, των τερατωδών αργόσχολων, είναι μια ιδιοφυΐα. Και μια ιδιοφυΐα που τρομάζει.
Κι όλα αυτά τα είδε αλητεύοντας στους δρόμους.
Η πόλη εξαφανίζεται. Μοιάζει ψέμα, μα η πόλη εξαφανίζεται για να μετατραπεί σ' ένα καταχθόνιο εμπορικό κέντρο. Τα μαγαζιά, οι φωτεινές πινακίδες, τα εξοχικά σπίτια, όλη αυτή η ωραία και δωροδότρια στις αισθήσεις εμφάνιση σβήνει, προκειμένου ν' αφεθούν να επιπλέουν στον ξινισμένο αέρα οι νευρώσεις του παγκόσμιου πόνου. Και ο πόθος για ταξίδι τρέπεται σε φυγή από τον θεατή. Ακόμη περισσότερο: έχω φτάσει στο συμπέρασμα του ότι εκείνος που δεν βρίσκει όλο το σύμπαν κλεισμένο στους δρόμους της πόλης του, δε θα βρει έναν αυθεντικό δρόμο σε καμιά από τις πόλεις του κόσμου. Και δεν θα τους βρει, γιατί ο τυφλός στο Μπουένος Άιρες είναι τυφλός στη Μαδρίτη ή την Καλκούτα...
Θυμάμαι τέλεια πως τα σχολικά εγχειρίδια απεικονίζουν τους κυρίους και τους νεαρούς κυρίους που περιφέρονται άσκοπα ως μελλοντικούς ακαμάτες, αλλά εγώ έχω μάθει πως το πιο χρήσιμο σχολείο για την κατανόηση, είναι το σχολείο του δρόμου, ξινό σχολείο, που αφήνει στον ουρανίσκο μια γλικόπικρη ευχαρίστηση και που διδάσκει όλα εκείνα που τα βιβλία δε λένε ποτέ. Γιατί, δυστυχώς, τα βιβλία τα γράφουν οι ποιητές ή οι χαζοί.
Μολοταύτα, θα περάσει ακόμα πολύς καιρός, πριν ο κόσμος αντιληφθεί τη χρησιμότητα του να κάνει καμιά βουτιά στα πλήθη ή του να χασομερά. Αλλά τη μέρα που θα το μάθουν θα είναι σοφότεροι, και πιο τέλειοι και, πάνω απ' όλα, πιο επιεικείς. Ναι, επιεικείς. Γιατί έχω σκεφτεί, πάνω από μια φορά, πως η εκπληκτική επιείκεια που έχει κάνει αιώνιο τον Ιησού, προερχόταν από τη συνεχή του ζωή στο δρόμο. Και από την κοινωνία του με τους καλούς και τους κακούς ανθρώπους, και με τις έντιμες γυναίκες κι επίσης μ' αυτές που δεν ήταν έντιμες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου