(μετάφρ.: nathalie)
Το
πρώτο μου σπίτι ήταν ένα διαμέρισμα με
μια ροζ, μαρμάρινη σκάλα κι έναν τεράστιο
διάδρομο. Είναι προφανές ότι, ίσως, να
μην ήταν τόσο μακρύς, αλλά ενός ή δύο
χρονών δεν μπορούσα παρά να θαυμάσω το
μεγαλείο του.
Στα
δύο μου λίγα πράγματα ήξερα. Ήξερα ότι
το σαλόνι είχε τραπέζια έξω, ότι πλάι
στα τραπέζια έξω υπήρχαν άλλα τραπέζια
έξω, ότι στα τραπέζια έξω στο πλάι υπήρχε
ένας γάτος, ότι τα χέρια έχουν πέντε
δάχτυλα και ότι οι εβδομάδες έχουν,
επίσης, πέντε δάχτυλα.
Ο
πατέρας μου έφευγε τις Δευτέρες για να
δουλέψει και δεν επέστρεφε μέχρι που
πια, η εβδομάδα, είχε κατεβάσει όλα της
τα δάχτυλα. Αποφάσισα να κάνω το ίδιο,
μου διηγούνται. Τις Δευτέρες κοιμόμουν
με το χέρι τεντωμένο και μέρα τη μέρα
κατέβαζα ένα δάχτυλο. Έτσι ήξερα ότι τη
μέρα που θα κοιμόμουν με τη γροθιά
κλειστή, κάτι καλό θα συνέβαινε.
Τώρα
κλείνω τη γροθιά και τη σηκώνω όποτε
μπορώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου