Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

Το τραγούδι του γκρουπιέρη από το Μισσισσίπι, του Λεοπόλδο Μαρία Πανέρο

 


«Fifteen men on the Dead Man's Chest.

Yahoo! And a bottle of rum!»

Πειρατικό τραγούδι

 

Καπνίζω πολύ. Υπερβολικά.

Καπνίζω για να τρίψω το χρόνο κι ενίοτε ακούω το ραδιόφωνο,

κι ακούω να περνά η ζωή όπως κάποιος βάζει ραδιόφωνο.

Καπνίζω πολύ. Και στο τασάκι υπάρχουν

ιδέες και ποιήματα και φωνές

από φίλους που δεν έχω. Κι έχω

το στόμα γεμάτο μ' αίμα,

κι αίμα που βγαίνει από τις σχισμές του κρανίου μου

κι η ψυχή μου όλη έχει γεύση αίματος,

φρέσκου αίματος δεν ξέρω απ' γουρούνι ή τον άνθρωπο που είμαι,

σ' όλη μου την ψυχή, μαχαιρωμένη από γυναίκες και παιδιά 

που κινούνται αφελώς, αδέξια, στη

ζωή αυτή που τώρα ξέρω.

Πασπατεύω το στήθος μου ξαφνικά, νευρικός,

και δεν νιώθω καρδιά. Δεν υπάρχει,

δεν υφίσταται σε κανέναν αυτό το πράγμα που αποκαλούν καρδιά

αλλά ίσως στο αλκοόλ, σ' αυτό

το αίμα που πίνω και που είναι το αίμα του Χριστού.

το μοναδικό αίμα σ' αυτόν τον κόσμο που δεν υπάρχει

που είναι σαν το προγραμματισμένο κακό, ή

σαν φάμπρικα ζωής ή ένας ράφτης

που έχει ξεχάσει ποιος είναι και συνεχίζει να ζει, ή

ίσως το ρολόι και οι ώρες που περνάνε.

Ψηλαφώ, νευρικός, τα μάτια και τα πόδια και το χοντρό δάχτυλο

του χεριού το βάζω στο μάτι, και είμαι βρώμικος

και η ζωή μου μυρίζει.

Κι ονειρεύομαι πως έχω ζήσει και πως κάπως λέγομαι

και πως αυτό το παραμύθι είναι αλήθεια, αυτό

το παράλογο που προδίδουν τα μάτια μου,

αυτό το ντελίριο στη Βερακρούς, και πως αυτή 

η χώρα είναι αλήθεια αυτός ο τόπος που μοιάζει με την Κόλαση,

που αποκαλούν Ισπανία, έχω ακούσει

από τους νεκρούς ότι η Κόλαση

είναι καλύτερη από αυτήν και περισσότερο μοιάζει με αυτήν.

Λέω πως είμαι ο Πεσσόα, όπως ο Πεσσόα ήταν ο Άλβαρο ντε Κάμπος,

λέω πως το να είσαι μεθυσμένος είναι να μην είσαι

η ζωή όλη, είναι

να είσαι μεθυσμένος από ζωή και όχι από θάνατο,

είναι ένα αίμα διαφορετικό από εκείνο το άλλο

το βαρύ που τρυπώνει από τις στέγες και από τους τοίχους

και τις τρύπες της ζωής.

Και είναι που δεν υπάρχει άλλη κοινωνία

ούτε άλλος σπασμός απ' αυτόν του κρασιού

και κανένα άλλο φύλο ούτε γυναίκα

από το ποτήρι με αλκοόλ που έχω στον

εγκέφαλο, στα πόδια, στο αίμα.

Ότι αυτό το ποτήρι σκούρο ή λευκό κρασί,

με τζιν ή ρούμι ή ό,τι είναι αυτό

- τζιν με μπύρα, για παράδειγμα-

που είναι σαν την παιδική ηλικία, και δεν είναι

φυγή, ούτε απόδραση, ούτε όνειρο

αλλά η μόνη πραγματική ζωή και όλα είναι πιθανά

και γραπώνω εκ νέου το ποτήρι σαν τον λαιμό της ζωής και διηγούμαι

σε κάποιο ον ότι είναι πιθανόν να είμαι

εκεί στη ζωή των θεών

και κάποιες μέρες είμαι ο Κάιν, και άλλες

ένας παίχτης πόκερ που πίνει άψογα ουίσκι και άλλοι

ένας κυνηγός ταλέντων που απ' την άλλη ήμουν

μα τα δικά μου είναι σαν το «Γλυκό πουλί της νιότης»,

ένας κυνηγός ταλέντων όμορφος και αλκοολικός, και άλλες μέρες,

ένας ντροπαλός και ψυχωτικός δολοφόνος, και άλλες

κάποιος που έχει πεθάνει ποιος ξέρει από πότε,

σε ποια πόλη, ανάμεσα σε νηφάλιους ναύτες. Κάποιοι με

θυμούνται, λένε

με το ποτήρι στο χέρι, να μιλάω πολύ,

να μιλάω για το να μπορείς να υπάρξεις για το ότι

δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο απ' το να λες

στον εαυτό σου μια πρόταση του Βιτγκενστάιν ενώ ανεβαίνει

η ζαλάδα του κρασιού στο αίμα και την ψυχή.

Είτε κάποιος χαμένος στις στοές του καθρέφτη

να ψάχνει την Αγαπημένη του. Κι άλλες φορές

είμαι ο Άβελ που έχει ένα σχέδιο τέλειο 

για να περισώσει τη ζωή και ν' αποκαταστήσει τους ανθρώπους

κι ακόμη ενίοτε κλαίω που δεν είμαι σκλάβος

Νέγρος στο νότο, να κλαίω 

ανάμεσα στις φυτείες!

Είναι τόσο ωραία η κατάρρευση, τόσο βαθιά

ξέρω όλα της τα χρώματα και είναι

σαν μια μουσική συμφωνία του τέλους,

σαν μουσική που παίζουν σ' αυτό πιο πέρα,

και δεν έχω πια αίμα στις φλέβες, μα αλκοόλ,

έχω αίμα στα μάτια μεθυσμένου

και ψυχή κυριευμένη από αίμα σαν εμετό,

και ξερνάω την ψυχή τα πρωινά,

αφότου περάσω όλη τη νίχτα ορκιζόμενος

μπροστά από μια λαστιχένια κούκλα ότι υπάρχει Θεός.

Το να γράφεις στην Ισπανία δεν είναι να κλαις, είναι να πίνεις,

είναι να πίνεις την οργή αυτού που δεν αφήνεται

να πεθάνει στις γωνιές, είναι να πίνεις και άσχημα

να μιλάς, να βλασφημείς ενάντια στην Ισπανία

ενάντια σ' αυτή τη χώρα δίχως θεούς αλλά με

αγάλματα θεών, είναι

να πίνεις στην εκκλησία με μουσική από εκκλησιαστικό όργανο

είναι να πέφτεις μεθυσμένος στα ρεσιτάλ και λεκέδες από κόκκινο

κρασί και αίμα «Le livre des masques» του Rémy de Gourmont

να πέφτεις υγρός σαλιάρικος και ηλίθιος και

να σωριάζεσαι σαν ένα δέντρο μπροστά στους υάκινθους

της πολιτιστικής αυτής γιορτής. Να γράφεις στην Ισπανία είναι να έχεις

ως απάνω στο αίμα αυτό το αλκοόλ της τρέλας που πλέον

δεν δικαιολογεί τίποτα και κανέναν, καμιά σκιά

απ' αυτές που εκεί υπήρχαν στην αρχή.

Και λέγοντας ενώ πεθαίνεις, ενώ έχεις

πια στο στόμα και στο κεφάλι το σάλιο της αυτοκτονίας

να ουρλιάζεις στις σκιές, στις τόσες που υπάρχουν και τα φαντάσματα

σ' αυτόν τον παράδεισο για στοιχειά

κι επίσης στα γουρούνια που έχω δει στο δάσος,

και στα πουλιά και στους λύκους στο δρόμο κι

ενώ παραμονεύεις στις γωνίες

«Fifteen men on the Dead Man's Chest

Fifteen men on the Dead Man's Chest

Yahoo! And a bottle of rum!»




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου