(μετάφραση από την ισπανική μετάφραση της Artillería inmanente: nathalie)
Για την κυρία Davy1
Διακηρύσσεται η χρεωκοπία του Πνεύματος στον νεωτερικό κόσμο, και αναθεματίζεται η έλευση του υλισμού. Σε αυτό το σημείο ειδικά, ίσως υπάρχει κάποια παρανόηση. Αυτό που επιζητάται να ειπωθεί είναι ότι, τη σήμερον ημέρα, πολλοί άνθρωποι δεν πιστεύουν στην προηγούμενη ζωή` έχει πάψει να είναι επικερδής. Αλλά δεν πρόκειται για κάποια καινοτομία. Ο 17ος αιώνας, ο αριστοκρατικός, έζησε με την ιδέα πως η πνευματική ζωή δεν είναι παρά το σώμα, η ταύτιση με το σώμα` και πως, αντιθέτως, οι καλοί τρόποι και η ειλικρίνεια συνίστανται στο να κάνουν το σώμα αντικείμενο.
Είναι για τελείως διαφορετικούς λόγους, αναμφιβόλως, που το εσωτερικό υποτιμάται τη σήμερον ημέρα. Σκέφτομαι αρχικά την επαναστατική συνείδηση στους κόλπους ενός βιομηχανικού και τεχνικού κόσμου. Όσο μεγαλύτερη γίνεται η εξουσία αυτού του τεχνικού κόσμου, τόσο περισσότερο μοιάζει να αδειάζει την ανθρωπότητα, σαν κοτόπουλο, οποιασδήποτε εσωτερικής ζωής, συρρικνώνοντάς τη σε μια απόλυτη εξωτερικότητα. Είναι γνωστές οι διάσημες καρικατούρες όπως: είναι αυτός ο μοχλός, και δίνεται όπως πρέπει να είναι γυρισμένος στα δεξιά. Όπως και να έχει, το πρόβλημα είναι πιο σύνθετο, και η βίδα μιας μηχανής μετατρέπεται εύκολα στο σύμβολο της σοβαρότητας. Μήπως δεν υπάρχει καμιά πνευματική ζωή στο περιθώριο της εσωτερικής ζωής; Σ' αυτόν τον κόσμο, τον καθαρά αντικειμενικό, όπου ο εργάτης δουλεύει με συναδέλφους, μπορεί να αναδυθεί ο Ηγέτης, ο Επικεφαλής. Ο ηγέτης είναι εκείνος που φανερώνει έναν εφικτό κόσμο, όπου, για παράδειγμα, ο εργάτης δεν θα δούλευε πια για αφεντικά. Αλλά ο κόσμος αυτός, φανερωμένος έτσι, διατηρείται εξωτερικός, όχι λιγότερο εξωτερικός από τον πρώτο κόσμο στον οποίο γεννήθηκε. Τόσο πολύ, που ο πρώτος αντικειμενικός κόσμος περικλείει εντός του την αρχή της ίδιας του της άρνησης, δίχως αναφορά σε καμιά εσωτερικότητα. Ο ηγέτης είναι εκείνος που προσφέρει φιλία, όχι αγάπη, φιλία εντός μιας ομάδας. Αφού η φιλία, η ομάδα, αποτελείται από την πραγματοποίηση τούτου του εφικτού εξωτερικού κόσμου που ο ηγέτης φανέρωσε. Τεχνική φιλία, αν θέλετε. Τεχνική αποκαλείται μια σχέση μέσων για ένα σκοπό` αλλά όσο περισσότερο επιβεβαιώνεται, τόσο περισσότερο επιβεβαιώνεται ο καθαυτό σκοπός και μόνον αυτός. Και το επαναστατικό πνεύμα μας προτείνει ένα σκοπό που οφείλει να πραγματοποιηθεί με τη δύναμη και τον αριθμό των συντρόφων της ομάδας. Δεν διακηρύσσουμε υπερβολικά γρήγορα πως εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ηθική όπου ο σκοπός δικαιολογεί τα μέσα. Αυτό θα ισοδυναμούσε με τη μεταφορά του πνεύματος της εξωτερικότητας στο σχέδιο της εσωτερικής ζωής. Αυτό που πια δεν έχει νόημα είναι η ίδια η αντίληψη για τα μέσα. Δεν είναι σε εμάς που πρέπει να κάνουμε την επανάσταση, είναι στο εξωτερικό` κι αν την κάνουμε σε εμάς, θα ήταν μόνο ένα μέσο για να μην την κάνουμε έξω2. Κατά τ' άλλα, αυτό δεν εμποδίζει την επαναστατική φιλία να είναι στην ουσία αυτοθυσία. Αλλά εδώ η θυσία δεν τείνει προς μια εσωτερική μεταμόρφωση: η θυσία είναι το πιθανό τίμημα που πρέπει να πληρωθεί για την αντικατάσταση των κόσμων. Η Ομάδα εγείρεται πάντα ενάντια σε κάποιον, ενάντια σε κάτι. Μιλάμε για μία επανάσταση σε πράξη.
Αυτά θα ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά αν το πρόβλημά μας ήταν να χαρακτηρίσουμε την επαναστατική συνείδηση. Αλλά πρόκειται για κάτι άλλο. Και δεν είναι μόνο στο επαναστατικό σχέδιο που πτωχεύει η εσωτερική ζωή, είναι επίσης σε άλλα σχέδια, πιο ατομικά, εκ φύσεως λιγότερο ανοικτά στην εξωτερικότητα. Γιατί η εσωτερική ζωή δεν μπορεί τόσο συχνά να ανακαλεστεί δίχως να σύρει μαζί της την εικόνα τεράστιων, μαλακών λουλουδιών, σάλιων και βορβορυγμών, ιδρωμένων χεριών, λευκών και αόριστα γυμνών προνυμφών; Μέχρι του σημείου που αυτές οι εικόνες αρχίζουν να φθείρονται. Συνοψίζοντας, η εσωτερική ζωή προσβάλλεται, γίνεται αντιληπτή αποκλειστικά με τη μορφή υγρασιών.
Αυτά θα ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά αν το πρόβλημά μας ήταν να χαρακτηρίσουμε την επαναστατική συνείδηση. Αλλά πρόκειται για κάτι άλλο. Και δεν είναι μόνο στο επαναστατικό σχέδιο που πτωχεύει η εσωτερική ζωή, είναι επίσης σε άλλα σχέδια, πιο ατομικά, εκ φύσεως λιγότερο ανοικτά στην εξωτερικότητα. Γιατί η εσωτερική ζωή δεν μπορεί τόσο συχνά να ανακαλεστεί δίχως να σύρει μαζί της την εικόνα τεράστιων, μαλακών λουλουδιών, σάλιων και βορβορυγμών, ιδρωμένων χεριών, λευκών και αόριστα γυμνών προνυμφών; Μέχρι του σημείου που αυτές οι εικόνες αρχίζουν να φθείρονται. Συνοψίζοντας, η εσωτερική ζωή προσβάλλεται, γίνεται αντιληπτή αποκλειστικά με τη μορφή υγρασιών.
«Μάταια θ' αναζητούσαμε όπως ο Αμιέλ, όπως ένα παιδί που φιλάει τους ώμους του, τα χάδια και τις θωπείες της ιδιωτικής μας ζωής, δεδομένου ότι τελικά όλα βρίσκονται εκτός, όλα, συμπεριλαμβανομένων ημών των ιδίων: έξω, στον κόσμο, ανάμεσα στους άλλους. Κι εγώ δεν ξέρω σε ποια υποχώρηση είναι που μας ανακαλύπτουμε: είναι πάνω στο δρόμο, εν μέσω του πλήθους, πράγματα ανάμεσα σε πράγματα, άνθρωπος μεταξύ των ανθρώπων».3
Μήπως υπάρχει για κάποιους μια νέα πίστη;
Ότι το Ευαγγέλιο έχει μερικώς αυτήν την πλευρά της εξωτερικότητας, είναι βέβαιο. Αρκεί να σκεφτούμε τα θαύματα. Κι επίσης: «Μην πιστέψετε πως έχω έρθει για να φέρω την ειρήνη, μα για να φέρω το σπαθί. Κι αυτός που δεν παίρνει το σταυρό του και δεν με ακολουθεί, δεν είναι άξιος εμού. Όποιος διατηρήσει τη ζωή του, θα τη χάσει».4 Οι λέξεις αυτές αναφέρονται σ' έναν κόσμο εξωτερικότητας. Ο Χριστός είναι ο Ηγέτης που μας αποκαλύπτει έναν εφικτό εξωτερικό κόσμο και μας προσφέρει τη φιλία του. Η παρουσία του εκκολάπτεται λιγότερο στην ιδιωτική ζωή των καρδιών απ' ότι σε αυτήν που επιβάλλεται στον κυρίαρχο δρόμο, στην καμπή ενός δρόμου, στους αγρούς, από την ξαφνική αποκάλυψη ενός εφικτού κόσμου. Ο άνθρωπος στην ιδιωτική του ζωή είναι ανίκανος ν' ανακαλύψει την εσωτερική του σχέση με το Θεό. Αλλά αυτή είναι μια επικίνδυνη λέξη. Ο Χριστός μας αποκαλύπτει έναν εξωτερικό κόσμο, αλλά ο εξωτερικός αυτός κόσμος δεν είναι ένας κόσμος κοινωνικός, ιστορικός, εντοπισμένος` είναι η δική μας καθαυτό εσωτερική ζωή. Το παράδοξο του Ευαγγελίου είναι, με αφηρημένους όρους, η εξωτερικότητα μιας εσωτερικότητας.
Το παρόν στο Ευαγγέλιο φέρει τόσο την κακή όσο και την καλή είδηση, και η μία δεν υπάρχει δίχως την άλλη. Ο χριστιανισμός έφερε μαζί του τον διαχωρισμό της Φύσης και του Πνεύματος. Ίσως να ειπωθεί πως στους καιρούς των αρχαίων Ελλήνων η ένωση δεν υπήρχε ακόμη. Μικρή σημασία έχει. Η ταυτοσημία της Φύσης και του Πνεύματος υπάρχει ως νοσταλγία στην νεωτερική συνείδηση' είτε ορίζεται αναφερόμενη στην αρχαία Ελλάδα, σ' ένα κράτος που προϋπήρχε του προπατορικού αμαρτήματος είτε, αν σε κάποιον αρέσει η ψυχανάλυση, σ' ένα κράτος που προηγείται του τραυματισμού της γέννησης, και πάλι τούτο μικρή σημασία έχει. Υπήρξε κάποτε μια ένωση της Φύσης και του Πνεύματος, και η ένωση αυτή σχημάτιζε έναν εξωτερικό κόσμο. Η φύση ήταν πνεύμα, και το πνεύμα φύση` το υποκείμενο δεν παρενέβαινε, εκτός κι εάν επρόκειτο για συντελεστή σφάλματος. Ο χριστιανισμός υποκειμενοποίησε τη φύση στη μορφή του σώματος και της φυσικής ζωής όπου η αμαρτία δαγκώνει, κι από την άλλη υποκειμενοποίησε το πνεύμα στη μορφή της πνευματικής «ζωής». Αλλά η χριστιανική συνείδηση είναι τόσο διαμελισμένη που δεν μπορεί να κρατήσει σφιχτά εντός της τη σχέση της φυσικής ζωής με την πνευματική ζωή. Και γι'αυτό, η αθλιότητα αυτής της συνείδησης είναι τέτοια που, προκειμένου να εγκαθιδρυθεί μια συγκεκριμένη ενότητα του σώματος και του πνεύματος, της χρειάζεται να δει έξω από αυτήν, εξωτερικά, την ίδια της την εσωτερικότητα. Τέτοια είναι η αναγκαιότητα ενός Μεσάζοντα που θα φέρει το νέο καλό. Το Ευαγγέλιο είναι η εξωτερικότητα μιας εσωτερικότητας` κι αυτό το παράδοξο εκφράζεται ουσιαστικά στην έννοια της παραβολής. Ο χριστιανός κρατά σφιχτά εντός του το διαχωρισμό της φυσικής και της πνευματικής ζωής` και την ένωση των δύο ζωών στη μορφή της εσωτερικής ζωής, που κρατιέται σφιχτά μόνο απ' έξω. Η παράδοξη εργασία του αποτελείται από την εσωτερίκευση της εσωτερικής ζωής. Εσωτερίκευση του Χριστού.
Με μια πρώτη ματιά, η χριστιανική αντίθεση ανάμεσα στη Φύση και το Πνεύμα φαίνεται να είναι πολύ διαφορετική από την αστική αντίθεση ανάμεσα στην ιδιωτική ζωή και το Κράτος. Κι εντούτοις δεν είναι. Η μπουρζουαζία έχει καταφέρει να εσωτερικεύσει την εσωτερική ζωή ως μεσολάβηση της φύσης και του πνεύματος. Η Φύση, μετατρεπόμενη σε ιδιωτική ζωή, έχει πνευματοποιηθεί με τη μορφή της οικογένειας ή του καλού χαρακτήρα [bonne nature, lit. καλής φύσεως]` και το Πνεύμα, μετατρεπόμενο σε Κράτος, έχει φυσικοποιηθεί με τη μορφή της πατρίδας, αυτό, δίχως επιπλέον αυτό να έρχεται σε αντίφαση με το φιλελευθερισμό και τον αστικό πασιφισμό. Πώς παρήχθη όλο αυτό; Θα το δούμε αργότερα. Αλλά το σημαντικό είναι πως η μπουρζουαζία ορίζεται πρώτα απ' όλα από την εσωτερική ζωή και την προτεραιότητα του υποκειμένου. Θα μας άρεσε να επικαλεστούμε τα πιο απλά κι ακόμη τα πιο παιδαριώδη παραδείγματα. Υπάρχει μπουρζουαζία αφ' ης στιγμής υπάρχει υπαγωγή του εξωτερικού σε μια εσωτερική τάξη, σε μια τελετή. Ο μύθος διηγείται πως ο αστός, χωρίς να έχει σημασία η στιγμή, δεν βγαίνει χωρίς λευκό κολάρο και μπόουλερ. Η ζέστη δεν είναι πια αυτό που εκφράζει κανείς διαμέσου μιας σχεδόν-γύμνιας του σώματος, τουλάχιστος διαμέσου των ελαφριών ρούχων, αλλά είναι εκείνο στο οποίο κανείς προβάλλει ένα νόημα. Κι αυτό το νόημα είναι: «Παρά το οποίο… Τέτοια είναι η Τάξη. Βολεύω τα χαρτιά μου και τοποθετώ την πένα μου στα δεξιά. Ξέρω πως, όταν θελήσω να γράψω, πρέπει απλά να τεντώσω το μπράτσο μου λίγο προς τα δεξιά». Η τάξη υπερβαίνει το χρόνο` κι ο αστός το ξέρει καλά. Θα ήταν ενδιαφέρον να επιδείξουμε, για παράδειγμα, ότι η κλασική θεωρία της αντίληψης του 19ου αιώνα είναι τόσο αστική: δεν αντιλαμβάνεται πέρα από αυτό που είναι γνωστό και κάθε αντίληψη είναι μια ερμηνεία, κλπ.).5
Η μπουρζουαζία είναι προπαντώς εσωτερικευμένη εσωτερική ζωή, δηλαδή, μεσολάβηση της ιδιωτικής ζωής και του Κράτους. Αλλά απ' αυτά τα δύο άκρα, το ένα δεν τρέμει λιγότερο το άλλο. Είναι ο διάσημος αγώνας ενάντια στα δύο μέτωπα. Το φάσμα τους είναι εκείνο της μέσης οδού. Μισεί τις υπερβολές μιας ιδιωτικής ζωής υπερβολικά ατομικιστικής, μιας ρομαντικής φύσης` η αστική θέση ως προς τα σεξουαλικά προβλήματα το αποδεικνύει με επαρκή τρόπο. Αλλά δεν τρέμει λιγότερο το Κράτος που, στο μέτρο που συστήνεται στην εσωτερική ζωή δίχως να έχει την εμφάνιση και την δικαιολογία μιας απειλούμενης Πατρίδας, είναι πια, με τη σειρά του, αποκλειστικά μια καθαρή φύση, μια καθαρή δύναμη. Αρκεί να σκεφτούμε εδώ τους φυσιοκράτες του 18ου αιώνα. Κι επίσης τους σοσιαλιστές του 19ου, και το πνεύμα του 1848. Ο Ρενουβιέ, για παράδειγμα, ήθελε τις ελεύθερες ενώσεις, δηλαδή, «μια πίστωση οργανωμένη από το Κράτος υπέρ των ελεύθερα σχηματισμένων ενώσεων», κι απαιτούσε, ως θεμελιώδεις εγγυήσεις, το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και το δικαίωμα στο κέρδος. Το πεδίο της μπουρζουαζίας είναι εκείνο του ουμανισμού, προφανώς ήρεμου, των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το αστικό Άτομο είναι ουσιαστική μεσολάβηση` ορίζεται τυπικά από την ισότητα και την αμοιβαιότητα, υλικά της εσωτερικής ζωής. Ως προς το ότι η τυπική ισότητα ουσιαστικά απορρίπτεται, δεν υπάρχει εδώ κάποια αντίφαση στο βλέμμα του αστού, ούτε λόγος για να κάνει επανάσταση. Ο αστός παραμένει συνεκτικός. Φαίνονται εδώ όλα όσα μπορεί να αντιπαραθέσει η αστική «ομάδα» στην επαναστατική ομάδα. Διότι αν η δεύτερη είναι πραγματικά ομάδα, η πρώτη κατά βάθος είναι ένα συμβόλαιο. Ουσιαστική μεσολάβηση; Οι φιλόσοφοι έχουν δώσει ένα όνομα στη μεσολάβηση της φύσης και του πνεύματος: εκείνο της Αξίας. Αλλά εδώ πρόκειται για μία μεσολάβηση- ουσία, στο περιθώριο των άκρων. Με τον ίδιο τρόπο, η ουσιαστική αξία είναι το Έχειν. Όταν οι φυσιοκράτες μιλούν για φύση, μιλούν για έχειν. Η ιδιοκτησία είναι ένα φυσικό δικαίωμα. Ο 18ος αιώνας πίστεψε μετά χαράς πως ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα, μα πως έχει` έχει εντυπώσεις, και μέσω αυτού αποκτά: τα πάντα λαμβάνονται. Κι αν ο αστός έχει την επιθυμία του έχειν, παραμένει αντιθέτως αναίσθητος στην επιθυμία του είναι, όπου, με το πεπειραμένο μάτι του, εύκολα βλέπει τα ίχνη του ρομαντισμού και την αχάριστη εποχή. (Τούτη η αχάριστη εποχή είναι η μεγάλη του ανησυχία` γιατί ο αστός έχει μια οικογένεια` ζει πάνω στις ιδιοκτησίες τους. Από την εσωτερική ζωή μέχρι τη ζωή του εσωτερικού, δεν υπάρχει πάνω από ένα βήμα, μια λέξη).
Το παρόν στο Ευαγγέλιο φέρει τόσο την κακή όσο και την καλή είδηση, και η μία δεν υπάρχει δίχως την άλλη. Ο χριστιανισμός έφερε μαζί του τον διαχωρισμό της Φύσης και του Πνεύματος. Ίσως να ειπωθεί πως στους καιρούς των αρχαίων Ελλήνων η ένωση δεν υπήρχε ακόμη. Μικρή σημασία έχει. Η ταυτοσημία της Φύσης και του Πνεύματος υπάρχει ως νοσταλγία στην νεωτερική συνείδηση' είτε ορίζεται αναφερόμενη στην αρχαία Ελλάδα, σ' ένα κράτος που προϋπήρχε του προπατορικού αμαρτήματος είτε, αν σε κάποιον αρέσει η ψυχανάλυση, σ' ένα κράτος που προηγείται του τραυματισμού της γέννησης, και πάλι τούτο μικρή σημασία έχει. Υπήρξε κάποτε μια ένωση της Φύσης και του Πνεύματος, και η ένωση αυτή σχημάτιζε έναν εξωτερικό κόσμο. Η φύση ήταν πνεύμα, και το πνεύμα φύση` το υποκείμενο δεν παρενέβαινε, εκτός κι εάν επρόκειτο για συντελεστή σφάλματος. Ο χριστιανισμός υποκειμενοποίησε τη φύση στη μορφή του σώματος και της φυσικής ζωής όπου η αμαρτία δαγκώνει, κι από την άλλη υποκειμενοποίησε το πνεύμα στη μορφή της πνευματικής «ζωής». Αλλά η χριστιανική συνείδηση είναι τόσο διαμελισμένη που δεν μπορεί να κρατήσει σφιχτά εντός της τη σχέση της φυσικής ζωής με την πνευματική ζωή. Και γι'αυτό, η αθλιότητα αυτής της συνείδησης είναι τέτοια που, προκειμένου να εγκαθιδρυθεί μια συγκεκριμένη ενότητα του σώματος και του πνεύματος, της χρειάζεται να δει έξω από αυτήν, εξωτερικά, την ίδια της την εσωτερικότητα. Τέτοια είναι η αναγκαιότητα ενός Μεσάζοντα που θα φέρει το νέο καλό. Το Ευαγγέλιο είναι η εξωτερικότητα μιας εσωτερικότητας` κι αυτό το παράδοξο εκφράζεται ουσιαστικά στην έννοια της παραβολής. Ο χριστιανός κρατά σφιχτά εντός του το διαχωρισμό της φυσικής και της πνευματικής ζωής` και την ένωση των δύο ζωών στη μορφή της εσωτερικής ζωής, που κρατιέται σφιχτά μόνο απ' έξω. Η παράδοξη εργασία του αποτελείται από την εσωτερίκευση της εσωτερικής ζωής. Εσωτερίκευση του Χριστού.
Με μια πρώτη ματιά, η χριστιανική αντίθεση ανάμεσα στη Φύση και το Πνεύμα φαίνεται να είναι πολύ διαφορετική από την αστική αντίθεση ανάμεσα στην ιδιωτική ζωή και το Κράτος. Κι εντούτοις δεν είναι. Η μπουρζουαζία έχει καταφέρει να εσωτερικεύσει την εσωτερική ζωή ως μεσολάβηση της φύσης και του πνεύματος. Η Φύση, μετατρεπόμενη σε ιδιωτική ζωή, έχει πνευματοποιηθεί με τη μορφή της οικογένειας ή του καλού χαρακτήρα [bonne nature, lit. καλής φύσεως]` και το Πνεύμα, μετατρεπόμενο σε Κράτος, έχει φυσικοποιηθεί με τη μορφή της πατρίδας, αυτό, δίχως επιπλέον αυτό να έρχεται σε αντίφαση με το φιλελευθερισμό και τον αστικό πασιφισμό. Πώς παρήχθη όλο αυτό; Θα το δούμε αργότερα. Αλλά το σημαντικό είναι πως η μπουρζουαζία ορίζεται πρώτα απ' όλα από την εσωτερική ζωή και την προτεραιότητα του υποκειμένου. Θα μας άρεσε να επικαλεστούμε τα πιο απλά κι ακόμη τα πιο παιδαριώδη παραδείγματα. Υπάρχει μπουρζουαζία αφ' ης στιγμής υπάρχει υπαγωγή του εξωτερικού σε μια εσωτερική τάξη, σε μια τελετή. Ο μύθος διηγείται πως ο αστός, χωρίς να έχει σημασία η στιγμή, δεν βγαίνει χωρίς λευκό κολάρο και μπόουλερ. Η ζέστη δεν είναι πια αυτό που εκφράζει κανείς διαμέσου μιας σχεδόν-γύμνιας του σώματος, τουλάχιστος διαμέσου των ελαφριών ρούχων, αλλά είναι εκείνο στο οποίο κανείς προβάλλει ένα νόημα. Κι αυτό το νόημα είναι: «Παρά το οποίο… Τέτοια είναι η Τάξη. Βολεύω τα χαρτιά μου και τοποθετώ την πένα μου στα δεξιά. Ξέρω πως, όταν θελήσω να γράψω, πρέπει απλά να τεντώσω το μπράτσο μου λίγο προς τα δεξιά». Η τάξη υπερβαίνει το χρόνο` κι ο αστός το ξέρει καλά. Θα ήταν ενδιαφέρον να επιδείξουμε, για παράδειγμα, ότι η κλασική θεωρία της αντίληψης του 19ου αιώνα είναι τόσο αστική: δεν αντιλαμβάνεται πέρα από αυτό που είναι γνωστό και κάθε αντίληψη είναι μια ερμηνεία, κλπ.).5
Η μπουρζουαζία είναι προπαντώς εσωτερικευμένη εσωτερική ζωή, δηλαδή, μεσολάβηση της ιδιωτικής ζωής και του Κράτους. Αλλά απ' αυτά τα δύο άκρα, το ένα δεν τρέμει λιγότερο το άλλο. Είναι ο διάσημος αγώνας ενάντια στα δύο μέτωπα. Το φάσμα τους είναι εκείνο της μέσης οδού. Μισεί τις υπερβολές μιας ιδιωτικής ζωής υπερβολικά ατομικιστικής, μιας ρομαντικής φύσης` η αστική θέση ως προς τα σεξουαλικά προβλήματα το αποδεικνύει με επαρκή τρόπο. Αλλά δεν τρέμει λιγότερο το Κράτος που, στο μέτρο που συστήνεται στην εσωτερική ζωή δίχως να έχει την εμφάνιση και την δικαιολογία μιας απειλούμενης Πατρίδας, είναι πια, με τη σειρά του, αποκλειστικά μια καθαρή φύση, μια καθαρή δύναμη. Αρκεί να σκεφτούμε εδώ τους φυσιοκράτες του 18ου αιώνα. Κι επίσης τους σοσιαλιστές του 19ου, και το πνεύμα του 1848. Ο Ρενουβιέ, για παράδειγμα, ήθελε τις ελεύθερες ενώσεις, δηλαδή, «μια πίστωση οργανωμένη από το Κράτος υπέρ των ελεύθερα σχηματισμένων ενώσεων», κι απαιτούσε, ως θεμελιώδεις εγγυήσεις, το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και το δικαίωμα στο κέρδος. Το πεδίο της μπουρζουαζίας είναι εκείνο του ουμανισμού, προφανώς ήρεμου, των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το αστικό Άτομο είναι ουσιαστική μεσολάβηση` ορίζεται τυπικά από την ισότητα και την αμοιβαιότητα, υλικά της εσωτερικής ζωής. Ως προς το ότι η τυπική ισότητα ουσιαστικά απορρίπτεται, δεν υπάρχει εδώ κάποια αντίφαση στο βλέμμα του αστού, ούτε λόγος για να κάνει επανάσταση. Ο αστός παραμένει συνεκτικός. Φαίνονται εδώ όλα όσα μπορεί να αντιπαραθέσει η αστική «ομάδα» στην επαναστατική ομάδα. Διότι αν η δεύτερη είναι πραγματικά ομάδα, η πρώτη κατά βάθος είναι ένα συμβόλαιο. Ουσιαστική μεσολάβηση; Οι φιλόσοφοι έχουν δώσει ένα όνομα στη μεσολάβηση της φύσης και του πνεύματος: εκείνο της Αξίας. Αλλά εδώ πρόκειται για μία μεσολάβηση- ουσία, στο περιθώριο των άκρων. Με τον ίδιο τρόπο, η ουσιαστική αξία είναι το Έχειν. Όταν οι φυσιοκράτες μιλούν για φύση, μιλούν για έχειν. Η ιδιοκτησία είναι ένα φυσικό δικαίωμα. Ο 18ος αιώνας πίστεψε μετά χαράς πως ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα, μα πως έχει` έχει εντυπώσεις, και μέσω αυτού αποκτά: τα πάντα λαμβάνονται. Κι αν ο αστός έχει την επιθυμία του έχειν, παραμένει αντιθέτως αναίσθητος στην επιθυμία του είναι, όπου, με το πεπειραμένο μάτι του, εύκολα βλέπει τα ίχνη του ρομαντισμού και την αχάριστη εποχή. (Τούτη η αχάριστη εποχή είναι η μεγάλη του ανησυχία` γιατί ο αστός έχει μια οικογένεια` ζει πάνω στις ιδιοκτησίες τους. Από την εσωτερική ζωή μέχρι τη ζωή του εσωτερικού, δεν υπάρχει πάνω από ένα βήμα, μια λέξη).
Προκειμένου να μπορεί να θεσπιστεί μια μεσολάβηση ανάμεσα στην ιδιωτική ζωή και το Κράτος, συνεχίζει να είναι απαραίτητο αυτό που δεν μπορεί κανείς να πει: τούτο το Κράτος είμαι εγώ. Το Κράτος θα συνεχίσει να είναι ένα υποκείμενο βέβαια, αλλά ένα απρόσωπο υποκείμενο. Η κατάσταση της μπουρζουαζίας πριν το 1789 ήταν παράδοξη: είχε μια ιδιωτική ζωή, είχε τη μεσολάβηση της ιδιωτικής ζωής και του Κράτους, και δεν είχε κανένα Κράτος. Το Κράτος δεν ήταν ένα απρόσωπο υποκείμενο` και για να συγκροτηθεί χρειαζόταν την επανάσταση. Αλλά αυτή η καθαυτό συγκρότηση δεν ίδρυε τη δυνατότητα μιας άλλης μεσολάβησης; Αυτής του Χρήματος. Το Έχειν ως χρήμα, όχι πια ως ιδιοκτησία. Κι αυτή η νέα μεσολάβηση δεν είναι ουσιοποιημένη` αντιθέτως, είναι ρευστή. Ενώ η ιδιοκτησία των δύο άκρων (ιδιωτική ζωή και Κράτος) βρισκόταν στη σκιά, το χρήμα αντιθέτως θεσπίζει μια επαφή ανάμεσά τους, διαμέσου της οποίας το Κράτος διαλύεται και εξαπλώνεται στα χέρια των πλούσιων ιδιωτικών υποκειμένων, κι αυτά τα ιδιωτικά υποκείμενα προσχωρούν στην εξουσία. Εξού και η απειλή και ο κίνδυνος. Η μπουρζουαζία των επιχειρηματιών αντικατέστησε την μπουρζουαζία της ιδιοκτησίας. Αυτός είναι ο διάσημος καπιταλισμός. Το χρήμα αρνείται την ίδια του την ουσία, σταθεροποιείται δίνοντας την εξουσία στους καπιταλιστές, αποκαθιστώντας μια προσωπική μορφή εξουσίας, εν ολίγοις, εγκαταλείποντας το ρόλο του της μεσολάβησης, την αναφορά του στην εσωτερική ζωή και στο εσωτερικό. Κι αν οι κομμουνιστές αρνούνται την μπουρζουαζία, αν θέλουν μια εξουσία πραγματικά απρόσωπη, όπου για παράδειγμα δεν θα υπάρχουν αφέντες, είναι εν πρώτοις γιατί η μπουρζουαζία η ίδια το αρνείται. Γι' αυτό, είναι φυσικό όταν οι κομμουνιστές μιλούν για την μπουρζουαζία, και συχνά μιλούν γι' αυτήν, να μην ξέρουν για τι ακριβώς μιλάνε.
Ας επικαλεστούμε μια πιο μικρή υπόθεση: είναι αρκετά γνωστό πως ο αστός διαπράττει πολλές απάτες. Εντούτοις, καταλήγει άχρηστη η επίκληση στην φορολογική υπηρεσία. Απλώς, στον αστό αρέσει να διασχίζει το δρόμο στη μέση και να βγαίνει από την είσοδο. Όλα έχουν κάποιο νόημα. Αλλά εδώ, δύο ακραίες υποθέσεις πρέπει να εξαιρεθούν: 1) ο αστός θα πρόβαλλε πάνω στην είσοδο το νόημα «έξοδος», σκεπτόμενος πως είναι καλύτερα έτσι` 2) η είσοδος θα διατηρούσε το νόημά της, και ο αστός θα έβαζε σε μια μεριά, σε μια κίνηση απείθειας, το νόημα έξοδος. Στην πραγματικότητα, το νόμιμο νόημα είναι αναγνωρίσιμο, αλλά είναι μπλεγμένο, ενσωματωμένο στο σχήμα του «Παρά το οποίο…». Η Είσοδος είναι τούτο παρά το ότι εγώ βγαίνω. Αλλά, τι σκοπό επιδιώκει έτσι ο αστός; Θα μπορούσε κανείς να πει πως η απάτη είναι το αντίθετο του πολέμου. Το Κράτος αφήνει στα χέρια του ιδιωτικού υποκειμένου μια φυγόκεντρο κίνηση, με τη μορφή της οικογένειας και της εταιρικής σχέσης` αλλά μέσω του πολέμου, είναι ικανό να το γυρίσει πίσω στον εαυτό του, να του υπενθυμίσει πως είναι στοιχειωδώς πολίτης χωρίς ιδιωτική ζωή. Σε αντίθετη κατεύθυνση, ο αστός έχει αφήσει στα χέρια της κοινωνικής πνευματικής Τάξης ένα φυγόκεντρο κίνημα, που εκδηλώνεται σ' αυτόν από το εξωτερικό με τη μορφή εισόδου, εξόδου, ποσών, δηλαδή που του επιστρέφει κατά πρόσωπο με τη μορφή της φύσης. Και η απάτη είναι μόνο η αντίδραση του αστού για να βεβαιωθεί πως το Κράτος ως απρόσωπο υποκείμενο «δεν είναι τόσο μακριά όσο τούτος…». Για να βεβαιωθεί, να ηρεμήσει ο ίδιος, για να δει... Δεν παίρνει κανείς την απάτη στα σοβαρά, κατά βάθος είναι σύμφωνος με το νόμο, είναι για να δει. Αλλά πάνω απ' όλα, είναι για να πάρει πιο σοβαρά, για να προσχωρήσει πιο ήρεμα στην κοινωνική και εθνική τάξη, για να βεβαιωθεί πως αυτή η τάξη αφορά βεβαίως την οικογένεια, και πως προβάλλεται από το υποκείμενο. Αν ο αστός διαπράττει απάτες, είναι για να βεβαιωθεί ότι είναι ελεύθερος, και ότι το Κράτος είναι «κάθε ένας απ' τους δικούς του». Κι ο αστός που έχει ηρεμήσει, γι' αυτό θα πάει στον πόλεμο, μιας και υπάρχουν πράγματα για τα οποία δεν αστειεύεται. Βλέπει κανείς έτσι με ποιον τρόπο η απάτη είναι μια ακόμη μεσολάβηση ανάμεσα στην ιδιωτική ζωή και το Κράτος. Είναι εκείνο που για το χριστιανό ονομάζεται απόδειξη, η ευαίσθητη εκδήλωση που απαιτούσε ο Πασκάλ. Μήτε μεταρρύθμιση, μήτε εξέγερση, η απάτη είναι αντιθέτως εξόντωση της αμφιβολίας.
Όχι λιγότερο από την απάτη, και με τον ίδιο τρόπο, ο αστός ερμηνεύει με ένα τεράστιο τρόπο. Εντούτοις, όχι εξολοκλήρου με τον ίδιο τρόπο. Η απάτη είναι αρνητική, και διαμέσου της ο αστός σέρνει το Κράτος προς τον εαυτό του. Στην ερμηνεία του, θετική αντιθέτως, αυτός φτάνει ως το Κράτος. Ο αστός έχει μια προτίμηση για το μυστικό, για το παραλειπόμενο, για τη νύξη, του αρέσει να «ξεπερνά την εμφάνιση»` γιατί το ερμηνευμένο αντικείμενο διαιρείται ή, ακόμη καλύτερα εξαχνώνεται και ξεπερνιέται, την ίδια ώρα που ξεπερνιέται η εμφάνιση και παράλληλα, το υποκείμενο που ερμηνεύει μοιάζει να υπερβαίνεται επίσης το ίδιο, να εξαχνώνεται, να φτάνει σε μια υπεράνθρωπη διαύγεια. Ας κατευθυνθούμε σε μια πολιτική ερμηνεία αυτού. Ο Ζιλ Ρομέν σκέφτεται ότι το θαύμα της αστικής δημοκρατίας είναι ότι, από τα εκατομμύρια των παραλογισμών που πετάγονται από όλους εκείνους που έχουν πολιτική ζωή, για όλους αυτούς που λένε: Αν ήμουν εγώ..., αναφύεται κι εκσφενδονίζεται τελικά μια συνεκτική κι έγκυρη κατεύθυνση για τη χώρα. Και με μια γενικότερη έννοια έχει δίκιο, ολοφάνερα, ενάντια στον Α. Φρανς που έλεγε στο σοσιαλιστή Bissolo: «Μια ηλιθιότητα που έχει επαναληφθεί από 36 εκατομμύρια στόματα, δεν παύει να είναι μια ηλιθιότητα». Δεδομένου ότι σπάνια είναι η ίδια ηλιθιότητα αυτή που επαναλαμβάνεται στη δημοκρατία.6
Όχι λιγότερο από την απάτη, και με τον ίδιο τρόπο, ο αστός ερμηνεύει με ένα τεράστιο τρόπο. Εντούτοις, όχι εξολοκλήρου με τον ίδιο τρόπο. Η απάτη είναι αρνητική, και διαμέσου της ο αστός σέρνει το Κράτος προς τον εαυτό του. Στην ερμηνεία του, θετική αντιθέτως, αυτός φτάνει ως το Κράτος. Ο αστός έχει μια προτίμηση για το μυστικό, για το παραλειπόμενο, για τη νύξη, του αρέσει να «ξεπερνά την εμφάνιση»` γιατί το ερμηνευμένο αντικείμενο διαιρείται ή, ακόμη καλύτερα εξαχνώνεται και ξεπερνιέται, την ίδια ώρα που ξεπερνιέται η εμφάνιση και παράλληλα, το υποκείμενο που ερμηνεύει μοιάζει να υπερβαίνεται επίσης το ίδιο, να εξαχνώνεται, να φτάνει σε μια υπεράνθρωπη διαύγεια. Ας κατευθυνθούμε σε μια πολιτική ερμηνεία αυτού. Ο Ζιλ Ρομέν σκέφτεται ότι το θαύμα της αστικής δημοκρατίας είναι ότι, από τα εκατομμύρια των παραλογισμών που πετάγονται από όλους εκείνους που έχουν πολιτική ζωή, για όλους αυτούς που λένε: Αν ήμουν εγώ..., αναφύεται κι εκσφενδονίζεται τελικά μια συνεκτική κι έγκυρη κατεύθυνση για τη χώρα. Και με μια γενικότερη έννοια έχει δίκιο, ολοφάνερα, ενάντια στον Α. Φρανς που έλεγε στο σοσιαλιστή Bissolo: «Μια ηλιθιότητα που έχει επαναληφθεί από 36 εκατομμύρια στόματα, δεν παύει να είναι μια ηλιθιότητα». Δεδομένου ότι σπάνια είναι η ίδια ηλιθιότητα αυτή που επαναλαμβάνεται στη δημοκρατία.6
Στο μέτρο που η μπουρζουαζία εσωτερικεύει την εσωτερική ζωή και το Χριστό τον ίδιο, αυτή το κάνει με τη μορφή της ιδιοκτησίας, του χρήματος, του έχειν` όλα αυτά που ο Χριστός μισούσε και που είχε έρθει για να πολεμήσει, για να τ' αντικαταστήσει με το είναι. Γι' αυτό, το παράδοξο του Ευαγγελίου, ως εξωτερικότητα μιας εσωτερικότητας, είναι αυτό που συνεχίζει. Αλλά, μπορούμε να εξάγουμε πια αυτό το συμπέρασμα; Λόγω του ότι με κανέναν τρόπο δεν έχουμε επιδείξει πώς η χριστιανική αντίδραση ανάμεσα στη Φύση και το Πνεύμα μεταμορφωνόταν σε αστική αντίθεση ανάμεσα στην ιδιωτική ζωή και το Κράτος.
Σε σχέση με την αστική αντίθεση, μιλήσαμε γύρω από την ερμηνεία. Επίσης, υπάρχει μια ερμηνεία με τελείως άλλου τύπου εμφάνιση, θρησκευτικού. Ο ερμηνευτής αποκαλείται τότε προφήτης. Ο Χριστός είπε «Σου είπαν ότι... Κι εγώ σας λέω…», «Όντως σας το λέω». Εν τέλει, μια τρίτη ερμηνεία, η επιστήμη, απαντά σε μια νέα αντίθεση, αυτή τη φορά ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αλήθεια. Πραγματικότητα των ευαίσθητων ποιοτήτων και αλήθεια των αντικειμένων σκέψης: η ζέστη είναι κίνηση.
Έτσι που εδώ ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια τριπλή αντίθεση: 1) την επιστημονική αντίθεση, ανάμεσα στο πραγματικό ευαίσθητο αντικείμενο και το αντικείμενο της σκέψης, αντίθεση εξωτερικότητας` 2) τη θρησκευτική αντίθεση της εσωτερικότητας, ανάμεσα στο ενσώματο και αμαρτωλό υποκείμενο και το πνευματικό υποκείμενο` 3) την πολιτική αντίθεση, ανάμεσα στο ιδιωτικό υποκείμενο και το απρόσωπο υποκείμενο ή το Κράτος. Κι αν στην πρώτη αντίθεση τίποτα δεν είναι προσωπικό, κι αν στη δεύτερη όλα είναι προσωπικά, η τρίτη είναι η πιο αναλλοίωτη ανάμεσα στο προσωπικό και το απρόσωπο. Γι' αυτό, το ιδιωτικό υποκείμενο θα καθοριστεί απρόσωπα από το Κράτος, θα οριστεί εν κενώ, αρνητικά, ως εκείνο που δραπετεύει απ' το Κράτος, και το Κράτος, εντούτοις, κυβερνά [règle]. Κατά συνέπεια, εγκατεστημένο στον τομέα του διαμεσολαβητή, το άτομο των ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι ανταλλάξιμο` κι εντός αυτού καθαυτού του τομέα, θα βρεθεί η αντίθεση της μορφής και της ύλης.
Από την άλλη πλευρά, η πολιτική μεσολάβηση είναι τόσο πιο ασταθής, μιας και ιδρύεται σε μια μονογραμμική προοδευτική ανάπτυξη της ιδιωτικής ζωής, της οικογένειας και των επιχειρηματικών σχέσεων και του Κράτους. Το οποίο είναι τελείως ψεύτικο. Εντούτοις, οι άλλες ερμηνείες δεν είναι ικανές να μειώσουν τις αντίστοιχες αντιθέσεις. Κάτω από τη θρησκευτική αντίθεση, θα αναγνωριστεί η δυϊκότητα ανάμεσα στο Διάβολο και το Θεό. Δίχως αμφιβολία, ο Χριστός έγινε άνθρωπος για να μας σώσει από το Διάβοκο. Αλλά έχουμε δει ότι αυτή η σωτηρία, διαμέσου της εσωτερικής ζωής, ήταν πάντα έξω από εμάς, στο εξωτερικό. Το ίδιο και η υπόθεση, τέλος, για την επιστημονική αντίθεση «στην πραγματικότητα — στ' αλήθεια»` θα αλλάξουν οι όροι μάταια («φαινομενικά — αληθινά», θα ειπωθεί), αυτό που δεν θα εξηγηθεί είναι η εν λόγω φαινομενικότητα.
Πώς περνά κανείς από την επιστημονική αντίθεση στη θρησκευτική αντίθεση; Όλη η φιλοσοφία του Μαλμπράνς είναι μια απάντηση σ' αυτήν την ερώτηση, με την έννοια του ότι αντικαθιστά την τάξη των σχέσεων μεγαλείου με την τάξη των σχέσεων τελειότητας, κι επίσης, την προφανή αταξία των πραγμάτων με την αταξία της ψυχής και της αμαρτίας.
Μένει να επιδείξουμε την ταυτότητα της θρησκευτικής αντίθεσης και της πολιτικής αντίθεσης. Ή τουλάχιστον το μετασχηματισμό του ζεύγους φυσική ζωή- πνευματική ζωή, στο ζεύγος ιδιωτική ζωή- Κράτος. Ωστόσο, μοιάζει να υπάρχει μια συγκεκριμένη ρήξη ανάμεσα στην πνευματική ζωή στο Θεό και στο Κράτος, εκείνη, κατά βάθος, του πνευματικού και του προσωρινού. Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Η θρησκευτική Αλήθεια είναι άλλης τάξεως. «Από το Ευαγγέλιο —μπόρεσε να ειπωθεί— ποτέ δεν πρόκειται να συναχθεί κάποια τεχνολογία` το Ευαγγέλιο δεν έρχεται να σώσει τον κόσμο, έρχεται να μας σώσει από τον κόσμο». Βεβαίως, ο Χριστός είναι η μεσολάβηση της Φύσης και του Πνεύματος, κι αυτή η μεσολάβηση, αυτή η αποκάλυψη μέσω του Χριστού, εγκαθιδρύεται ανάμεσα στους δύο όρους` αλλά τα καλά νέα που μας προτείνει είναι σχετικά με τον κόσμο, αναφέρεται σε τούτο το κομμάτι του κόσμου, το αποκαλούμενο ανθρώπινη φύση, όπου η αμαρτία δαγκώνει. Το Ευαγγέλιο δεν καταλαμβάνεται από το πολιτικό και το κοινωνικό, με την έννοια του ότι το κοινωνικό θ' ανακινούσε συγκεκριμένα προβλήματα` όλα οδηγούν στη δυνατότητα της αμαρτίας και τη δυνατότητα της σωτηρίας του ανθρώπου από την αμαρτία. Η χριστιανική εσωτερική ζωή τείνει εξολοκλήρου προς μια εσωτερική πνευματική ζωή` μ' αυτήν την έννοια, την πολύ ιδιαίτερη, είναι που μπορεί να μιλάει κανείς για κάποια χριστιανική «αδιαφορία». Αλλά, αντιθέτως, το Κράτος παριστάνει πως έχει όλο τον άνθρωπο εξολοκλήρου, μειώνει εξολοκλήρου τον άνθρωπο σε πολίτη. Ανάμεσα στη βούληση της εξουσίας του Κράτους επί του εσωτερικού ανθρώπου, και τη βούληση για αδιαφορία του εσωτερικού ανθρώπου σε σχέση με το Κράτος, γεννιέται η αντίθεση. Και το Κράτος θα καταδιώξει. Αλλά ο χριστιανός θα υποδεχτεί τους διωγμούς με χαρά. (Θα είναι μάρτυρας και θα εκλάβει το βάσανο ως κάποια εξάλειψη της αμαρτίας).
Με χαρά; Μα το κακό έγινε. Ο άνθρωπος μπορεί να είναι άθεος, δεν θα συνεχίσει να είναι λιγότερο χριστιανός, πια δεν έχουμε επιλογή` θα αντιτεθεί ο ιδιώτης άνθρωπος στο Κράτος. Ο εσωτερικός άνθρωπος, γλυκός και αδιάφορος μάρτυρας, τούτο που δίχως αμφιβολία είναι η χειρότερη των εξεγέρσεων, θα μετατραπεί στον ιδιωτικό, κακόκεφο, ανήσυχο για τα δικαιώματά του άνθρωπο και μόνο στην ανησυχία του αυτή, θα θελήσει να επικαλεστεί το Λόγο.
Σε σχέση με την αστική αντίθεση, μιλήσαμε γύρω από την ερμηνεία. Επίσης, υπάρχει μια ερμηνεία με τελείως άλλου τύπου εμφάνιση, θρησκευτικού. Ο ερμηνευτής αποκαλείται τότε προφήτης. Ο Χριστός είπε «Σου είπαν ότι... Κι εγώ σας λέω…», «Όντως σας το λέω». Εν τέλει, μια τρίτη ερμηνεία, η επιστήμη, απαντά σε μια νέα αντίθεση, αυτή τη φορά ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αλήθεια. Πραγματικότητα των ευαίσθητων ποιοτήτων και αλήθεια των αντικειμένων σκέψης: η ζέστη είναι κίνηση.
Έτσι που εδώ ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια τριπλή αντίθεση: 1) την επιστημονική αντίθεση, ανάμεσα στο πραγματικό ευαίσθητο αντικείμενο και το αντικείμενο της σκέψης, αντίθεση εξωτερικότητας` 2) τη θρησκευτική αντίθεση της εσωτερικότητας, ανάμεσα στο ενσώματο και αμαρτωλό υποκείμενο και το πνευματικό υποκείμενο` 3) την πολιτική αντίθεση, ανάμεσα στο ιδιωτικό υποκείμενο και το απρόσωπο υποκείμενο ή το Κράτος. Κι αν στην πρώτη αντίθεση τίποτα δεν είναι προσωπικό, κι αν στη δεύτερη όλα είναι προσωπικά, η τρίτη είναι η πιο αναλλοίωτη ανάμεσα στο προσωπικό και το απρόσωπο. Γι' αυτό, το ιδιωτικό υποκείμενο θα καθοριστεί απρόσωπα από το Κράτος, θα οριστεί εν κενώ, αρνητικά, ως εκείνο που δραπετεύει απ' το Κράτος, και το Κράτος, εντούτοις, κυβερνά [règle]. Κατά συνέπεια, εγκατεστημένο στον τομέα του διαμεσολαβητή, το άτομο των ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι ανταλλάξιμο` κι εντός αυτού καθαυτού του τομέα, θα βρεθεί η αντίθεση της μορφής και της ύλης.
Από την άλλη πλευρά, η πολιτική μεσολάβηση είναι τόσο πιο ασταθής, μιας και ιδρύεται σε μια μονογραμμική προοδευτική ανάπτυξη της ιδιωτικής ζωής, της οικογένειας και των επιχειρηματικών σχέσεων και του Κράτους. Το οποίο είναι τελείως ψεύτικο. Εντούτοις, οι άλλες ερμηνείες δεν είναι ικανές να μειώσουν τις αντίστοιχες αντιθέσεις. Κάτω από τη θρησκευτική αντίθεση, θα αναγνωριστεί η δυϊκότητα ανάμεσα στο Διάβολο και το Θεό. Δίχως αμφιβολία, ο Χριστός έγινε άνθρωπος για να μας σώσει από το Διάβοκο. Αλλά έχουμε δει ότι αυτή η σωτηρία, διαμέσου της εσωτερικής ζωής, ήταν πάντα έξω από εμάς, στο εξωτερικό. Το ίδιο και η υπόθεση, τέλος, για την επιστημονική αντίθεση «στην πραγματικότητα — στ' αλήθεια»` θα αλλάξουν οι όροι μάταια («φαινομενικά — αληθινά», θα ειπωθεί), αυτό που δεν θα εξηγηθεί είναι η εν λόγω φαινομενικότητα.
Πώς περνά κανείς από την επιστημονική αντίθεση στη θρησκευτική αντίθεση; Όλη η φιλοσοφία του Μαλμπράνς είναι μια απάντηση σ' αυτήν την ερώτηση, με την έννοια του ότι αντικαθιστά την τάξη των σχέσεων μεγαλείου με την τάξη των σχέσεων τελειότητας, κι επίσης, την προφανή αταξία των πραγμάτων με την αταξία της ψυχής και της αμαρτίας.
Μένει να επιδείξουμε την ταυτότητα της θρησκευτικής αντίθεσης και της πολιτικής αντίθεσης. Ή τουλάχιστον το μετασχηματισμό του ζεύγους φυσική ζωή- πνευματική ζωή, στο ζεύγος ιδιωτική ζωή- Κράτος. Ωστόσο, μοιάζει να υπάρχει μια συγκεκριμένη ρήξη ανάμεσα στην πνευματική ζωή στο Θεό και στο Κράτος, εκείνη, κατά βάθος, του πνευματικού και του προσωρινού. Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Η θρησκευτική Αλήθεια είναι άλλης τάξεως. «Από το Ευαγγέλιο —μπόρεσε να ειπωθεί— ποτέ δεν πρόκειται να συναχθεί κάποια τεχνολογία` το Ευαγγέλιο δεν έρχεται να σώσει τον κόσμο, έρχεται να μας σώσει από τον κόσμο». Βεβαίως, ο Χριστός είναι η μεσολάβηση της Φύσης και του Πνεύματος, κι αυτή η μεσολάβηση, αυτή η αποκάλυψη μέσω του Χριστού, εγκαθιδρύεται ανάμεσα στους δύο όρους` αλλά τα καλά νέα που μας προτείνει είναι σχετικά με τον κόσμο, αναφέρεται σε τούτο το κομμάτι του κόσμου, το αποκαλούμενο ανθρώπινη φύση, όπου η αμαρτία δαγκώνει. Το Ευαγγέλιο δεν καταλαμβάνεται από το πολιτικό και το κοινωνικό, με την έννοια του ότι το κοινωνικό θ' ανακινούσε συγκεκριμένα προβλήματα` όλα οδηγούν στη δυνατότητα της αμαρτίας και τη δυνατότητα της σωτηρίας του ανθρώπου από την αμαρτία. Η χριστιανική εσωτερική ζωή τείνει εξολοκλήρου προς μια εσωτερική πνευματική ζωή` μ' αυτήν την έννοια, την πολύ ιδιαίτερη, είναι που μπορεί να μιλάει κανείς για κάποια χριστιανική «αδιαφορία». Αλλά, αντιθέτως, το Κράτος παριστάνει πως έχει όλο τον άνθρωπο εξολοκλήρου, μειώνει εξολοκλήρου τον άνθρωπο σε πολίτη. Ανάμεσα στη βούληση της εξουσίας του Κράτους επί του εσωτερικού ανθρώπου, και τη βούληση για αδιαφορία του εσωτερικού ανθρώπου σε σχέση με το Κράτος, γεννιέται η αντίθεση. Και το Κράτος θα καταδιώξει. Αλλά ο χριστιανός θα υποδεχτεί τους διωγμούς με χαρά. (Θα είναι μάρτυρας και θα εκλάβει το βάσανο ως κάποια εξάλειψη της αμαρτίας).
Με χαρά; Μα το κακό έγινε. Ο άνθρωπος μπορεί να είναι άθεος, δεν θα συνεχίσει να είναι λιγότερο χριστιανός, πια δεν έχουμε επιλογή` θα αντιτεθεί ο ιδιώτης άνθρωπος στο Κράτος. Ο εσωτερικός άνθρωπος, γλυκός και αδιάφορος μάρτυρας, τούτο που δίχως αμφιβολία είναι η χειρότερη των εξεγέρσεων, θα μετατραπεί στον ιδιωτικό, κακόκεφο, ανήσυχο για τα δικαιώματά του άνθρωπο και μόνο στην ανησυχία του αυτή, θα θελήσει να επικαλεστεί το Λόγο.
«Ο άνθρωπος του σήμερα απανθρωποποιείται γρήγορα, γιατί παύει να πιστεύει σε ανορθολογικά και άμεσα δικαιώματα ενάντια στο Κράτος. Η αίσθηση της εξέγερσης χάνεται, εξαχνώνεται, τι ειρωνία, σε μουρμουρητά... επεκτείνεται σαν το κακό χιούμορ».6
Πρόκειται για μια εκκοσμίκευση της Εκκλησίας. Αλλά δεν πρέπει να μπερδευόμαστε ως προς αυτό, η εκκοσμίκευση αυτή είναι διπλή: 1) η εσωτερική χριστιανική ζωή, που έχει αποκαλυφθεί από το Χριστό, ήταν η παρόρμηση του ανθρώπου ενάντια στη φύση, η παρόρμησή του προς το Πνεύμα. Αλλά χάνει την έντασή της προς την πνευματική ζωή στο Θεό, στον ίδιο βαθμό που χάνει την ανορθολογική και άμεση «αδιαφορία» της προς το Κράτος` και με την έννοια ότι πια δεν υπερβαίνεται, εξελίσσεται από τη χριστιανική ταπεινότητα στην κλειστή στον εαυτό της αντίθεση. Έτσι που η χριστιανική πνευματική ζωή είναι πια αποκλειστικά μια αστική φύση. Αλλά η νέα αυτή φύση έχει διατηρήσει κάτι από την επαφή της με το Πνεύμα` και αν με το να μιλάμε για την μπουρζουαζία υποδεικνύαμε ότι η φύση με τη μορφή της ιδιωτικής ζωής έχει γίνει πνευματική κι έχει γίνει καλός χαρακτήρας, τώρα το καταλαβαίνουμε, είναι γιατί το χριστιανικό Πνεύμα έχει φυσικοποιηθεί. 2) Αλλά, τι άδειο τόπο κατέλαβε κι ερήμωσε το πνεύμα; Το Πνεύμα μετατρέπεται σε εκείνο για το οποίο αδιαφορούσε. Εκείνο που θεωρούσε ως τον κόσμο κι εκείνο για το οποίο δεν ενδιαφερόταν, πέρα από το να το συρρικνώσει στη δυνατότητα της αμαρτίας. Εκείνο το ίδιο που μπόρεσε να εξασκήσει σε αυτό μια δράση με δύναμη. Το Πνεύμα μετατρέπεται στο Κράτος. Ο Θεός μετατρέπεται σε ένα απρόσωπο υποκείμενο` και στο Κοινωνικό Συμβόλαιο, μια αριστοτεχνική προσπάθεια μείωσης του εσωτερικού ανθρώπου σε πολίτη, η γενική βούληση έχει όλα τα χαρακτηριστικά του θείου.
* * *
Δεν είναι μια τυχαία σχέση αυτή που συνδέει το Χριστιανισμό και τη Μπουρζουαζία.
1
Μαρί- Μαντλέν Νταβύ (1903-1999), φιλόσοφος και θεολόγος, κοντά στον εσωτερισμό που ο Ντελέζ γνωρίζει ίσως στο Quai de la Mégisserie, στο σαλόνι του καθολικού, περσοναλιστή συγγραφέα Μαρσέλ Μωρέ (1887-1969), όπου μαζεύονταν μεγάλες φιγούρες της διανόησης (εκεί διασταυρώνονται, μεταξύ άλλων, ο Ζαν Βαλ, ο Μωρίς ντε Γκαντιγιάκ, ο Ζακ Λακάν, ο Ζαν Γκρενιέ, ο Πιερ Κλοσσοφσκί και οι νεαροί Μισέλ Μπουτόρ, Μισέλ Τουρνιέ και Ζιλ Ντελέζ). Για περισσότερες πληροφορίες για την M.-M. Davy, βλ. : www.europsy.org/pmmdavy/davymm.html.
2 Θα υπήρχε μια αντίθεση που θα ήταν εύκολο να καθιερωθεί ανάμεσα στην κυβέρνηση του Βισύ και στην κυβέρνηση του [Ντε] Γκωλ. Ο Βισύ επικαλούνταν τις τύψεις και την εσωτερική επανάσταση που ήταν απαραίτητη να έκανε κάθε Γάλλος για δικό του λογαριασμό` ωσάν η εσωτερική ζωή και η επανάσταση να ήταν συμβατές. Ξεκινήστε, λεγόταν, με τη μετάνοια` και θεσπίστηκε ένα είδος λατρείας της ενοχής. Η κυβέρνηση του [Ντε] Γκωλ, αντιθέτως, μας αποκαλύπτει ως ηγέτης, έναν εφικτό εξωτερικό κόσμο, στον οποίο η Γαλλία θα ήταν μεγάλη. Όσον αφορά τα μέσα για την εγγύηση τούτου του μεγαλείου, δεν είναι πρόβλημα. Κάποιοι θα δουν εδώ βερμπαλισμό. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει βερμπαλισμός, αλλά ακόμη χειρότερα: αντίφαση για το αν η τωρινή κυβέρνηση δεν είναι επαναστατική και με τα συγκεκριμένα επίσημα χαρακτηριστικά μιας επανάστασης δεν είναι μια λιγότερο αντιδραστική κυβέρνηση. Το οποίο, επιπλέον, είναι εφικτό (Δεκέμβριος του 1945).
3
Cf. Sartre, «Une idée fondamentale de la phénoménologie de Husserl :
l’intentionnalité», 1η Ιανουαρίου του 1939, Situations I, Gallimard, 1947.
4 Ματθαίος 10:35-39
5 Σχετικά με την αστική Τάξη, το Έχειν και τη Γνώση βλ.το κεφαλαιώδες άρθρο του M. Groethuysen «L’Encyclopédie», στο Le Tableau de la littérature française– XVIIe–XVIIIe siècles, Gallimard, 1939, σελ. 343-349.
6 Αναφορά στην υπόθεση Ντρέιφους.
7 M. de Rougemont, Journal d’un intellectuel en chômage, [Albin Michel, 1937].
Espace, núm. 1, 1946, pp. 93-106.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου